εθνοπρόβλητος

εθνοπρόβλητος
-η, -ο
ο εκλεγμένος από το έθνος σε υψηλό αξίωμα (πρβλ. λαοπρόβλητος, θεοπρόβλητος).

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • εθνοπρόβλητος — ο αυτός που προβάλλεται από το έθνος ή εκλέγεται σε μεγάλο αξίωμα. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1893 στην εφημερίδα Επιθεώρησις] …   Dictionary of Greek

  • έθνος — Τίτλος εφημερίδων. 1. Ημερήσια αθηναϊκή καθημερινή εφημερίδα με εκδότη τον Σπυρίδωνα Νικολόπουλο (1913), ο οποίος διετέλεσε διευθυντής της έως τον θάνατό του (1938). Έπειτα από διάφορες διακοπές της έκδοσής της, που οφείλονταν στην οξύτητα των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”